Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να σας παρέχουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία χρήστη. Οι πληροφορίες των cookies αποθηκεύονται στο πρόγραμμα περιήγησής σας και εκτελούν λειτουργίες όπως η αναγνώρισή σας όταν επιστρέφετε στον ιστότοπό μας και βοηθώντας την ομάδα μας να καταλάβει ποια τμήματα του ιστότοπου μας θεωρείτε πιο ενδιαφέροντα και χρήσιμα.
![](https://esurgery.gr/wp-content/uploads/2024/10/spyropoulos-1-1.png)
Χειρουργική αντιμετώπιση του Διαβήτη τύπου 2
O διαβήτης τύπου 2 παραδοσιακά θεωρείται ως μια χρόνια, εξελισσόμενη ασθένεια, με τη θεραπευτική αντιμετώπιση να έχει, ως κύριο στόχο, την καθυστέρηση στην εμφάνιση επιπλοκών από διάφορα όργανα και συστήματα του σώματος τα οποία προσβάλλει.
Τα τελευταία χρόνια, η χειρουργική της παχυσαρκίας (γνωστή και ως βαριατρική χειρουργική) αποτελεί αναπάντεχα μια πολύτιμη, καινοτόμα λύση, προσφέροντας είτε σημαντική βελτίωση ή ακόμα και πλήρη ίαση της νόσου σε παχύσαρκους ασθενείς με διαβήτη τύπου 2.
Η παχυσαρκία πλέον είναι συνώνυμη με το μεταβολικό σύνδρομο, κύριες συνιστώσες του οποίου είναι ο διαβήτης τύπου 2, η υπέρταση και η υπερχοληστερολαιμία.
Οι επεμβάσεις για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας για να θεωρηθούν επιτυχημένες πρέπει όχι μόνο να οδηγούν σε μακροπρόθεσμα σταθερή απώλεια βάρους αλλά να βελτιώσουν – αν όχι να θεραπεύσουν – και τις παθήσεις που συνοδεύουν τα παχύσαρκα άτομα και απειλούν την υγεία αλλά και την ίδια τη ζωή τους.
Την τελευταία δεκαετία, έχει παρατηρηθεί ως πρόσθετο θετικό αποτέλεσμα της χειρουργικής θεραπείας της νοσογόνου παχυσαρκίας, η ρύθμιση του διαβήτη τύπου 2. Η γαστρική παράκαμψη (γαστρικό bypass) και η επιμήκης γαστρεκτομή(γαστρικό μανίκι) αποτελούν, για παράδειγμα, πολύ πιο αποτελεσματικές θεραπείες για το διαβήτη τύπου 2 σε σχέση με οποιαδήποτε διαθέσιμη φαρμακευτική αγωγή σε άτομα με νοσογόνο παχυσαρκία.
Οι επεμβάσεις επαναφέρουν τα επίπεδα γλυκόζης πλάσματος και τα επίπεδα γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης στο φυσιολογικό σε ποσοστό 80-100 % των κλινικά σοβαρά παχύσαρκων ασθενών. Η νοσηρότητα και η θνησιμότητα που σχετίζονται με το διαβήτη και τις επιπλοκές του μειώνονται δραματικά τόσο πρώιμα όσο και απώτερα μετά τις επεμβάσεις και αυτή η θετική επίδραση είναι μακράς διαρκείας.
Πολυάριθμες μελέτες έχουν δείξει ότι η επίτευξη φυσιολογικών επιπέδων γλυκόζης πλάσματος (ευγλυκαιμία) συμβαίνει εντός μόλις λίγων ημερών μετά την επέμβαση και φυσικά πολύ πριν λάβει χώρα οποιαδήποτε σημαντική απώλεια βάρους. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει ότι η απώλεια βάρους από μόνη της δεν αποτελεί επαρκή εξήγηση για αυτή τη βελτίωση.
Πράγματι, υπάρχουν πολυάριθμοι άλλοι παθοφυσιολογικοί μηχανισμοί που λειτουργούν μετεγχειρητικά ώστε να παρατηρηθεί αυτό το φαινόμενο. Ο κυριότερος είναι η ανατομική μεταβολή της γαστρεντερικής οδού, γεγονός που ενεργοποιεί την παραγωγή ορμονικών μεσολαβητών που λέγονται ινκρετίνες και αυξάνουν την ευαισθησία της ινσουλίνης, ελαττώνοντας τα επίπεδα της γλυκόζης.
Εκτός αυτού, η μεταβολή του μικροβιακού πληθυσμού (του μικροβιώματος) στο γαστρεντερικό σύστημα ασθενών μετά από επεμβάσεις νοσογόνου παχυσαρκίας, φαίνεται πως διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ομαλοποίηση του σακχάρου αίματος.
Η διαρκώς καλύτερη κατανόηση αυτών των μηχανισμών έχει ανοίξει νέους ορίζοντες στη θεραπεία του διαβήτη 2, εισάγοντας μία νέα κατηγορία χειρουργικών επεμβάσεων, υπό τον ευρύτερο όρο «μεταβολική χειρουργική». Οι επεμβάσεις αυτές πολύ σύντομα θα χρησιμοποιούνται ακόμη και σε διαβητικά άτομα χωρίς νοσογόνο παχυσαρκία με στόχο την οριστική, δια βίου αντιμετώπιση του διαβήτη τύπου 2.